Παρασκευή, Νοεμβρίου 17, 2006

Run, Forest! Run!

Πόσες μέρες πέρασαν από την τελευταία φορά; Έξι; Έξι... Δεν τολμώ ούτε να σκεφτώ πως ο εφιάλτης ανήκει στο παρελθόν.
Έχει νυχτώσει. Την περιμένω να τελειώσει, από τη νυχτερινή της δουλειά. Και δεν τολμώ να την πάρω στο τηλέφωνο... Δεν θέλω να ακούσω πάλι εκείνη τη φωνή. Τρέμω να ζήσω τον ίδιο διάλογο:
-Ναι;
-Έλα... Τι κάνεις;
-Έλα μωράκι μου...
-Ναι;
-...
-Κατερίνα;
-...
-Μ ακούς;
-Δ.. δε σ ακούω. Κάνει δικαοπές...
-Να ξαναπάρω;
-Ξαπανάρε...
Και ξανάπερνα. Και ξανά η ίδια αντιμετώπιση. Κι έπειτα, έκανα την ηλίθια ερώτηση:
-Συμβαίνει τίποτα; Έχεις κάτι;
-Άσε με ρε! Ξεφορτώσουμε ρε! Μου ΄χεις πρήξει τα σηκώτια ρε!
Και το 'κλεινε. Κι έμενα στο αυτοκίνητο, στο κρύο το χειμώνα, στη ζέστη του καύσωνα το καλοκαίρι. Να κοιτώ το κινητό και να μην ξέρω τι να κάνω. Να ξαναπάρω; Να ξαναζήσω τα ίδια; Να πατήσω γκάζι και να εξαφανιστώ;
Κι εγώ διάλεγα να μείνω. Να περιμένω. Πόσες και πόσες νύχτες δεν πήρα, τελικά, το δρόμο για το σπίτι κι όταν έφθανα χτυπούσε το τηλέφωνο;
-Ναι;
-Έλα...
-Κατερίνα;
-Έλα...
-Σ ακούω...
-Θα ΄ρθεις να με πάρεις;
-Πού είσαι;
-Δεν ξέρω...
-Πώς να ΄ρθω τότε; Πού να ΄ρθω;
-Καλά. Γειά!
Και ξανάκλεινε το τηλέφωνο. Κι έπαιρνα εγώ. Άκουγα να χτυπάει και να μην το σηκώνει κανείς. Και ξανάπερνα. Και ξανά. Και ξανά. Μια βραδιά (τι βραδιά... Ξημερώματα ήτανε) της έκανα 148 αναπάντητες. Τέλειωσε η μπαταρία μου και φόρτιζα στο αυτοκίνητο μπας και με καλέσει και δεν είμαι εκεί, να απαντήσω, να τρέξω... Τελικά δεν πήρε. Ήρθε στις 5.30 τα ξημερώματα. Ήμουν, ακόμη, στην πιλωτή. Μέσα στο αυτοκίνητο. Έτοιμος να γκαζώσω προς το μέρος της. Να τη συναντήσω.
Συνήθως, όμως, ακολουθούσε κι άλλο τηλεφώνημα:
-Ναι...
-Έλα...
-Κατερίνα;
-Είμαι στο τέρμα Βούλγαρη...
-Στα λεωφορεία; Στη στάση; Στο δρόμο; Πού;
-Εκεί βρε παιδάκι μου. Θα ΄ρθεις;
Και πήγαινα. Και δεν ήταν κανείς εκεί. Μόνον κάτι ταξιτζήδες που πλένανε τα ταξί τους με ένα σφουγγάρι κι ένα ποτήρι νερό. Κι έπαιρνα εγώ τηλέφωνο:
-Ναι...
-Κατερίνα, πού είσαι;
-...
-Μ΄ ακούς;
-Σ' ακούω...
-Πού είσαι;
-Τι θες;
-Εγώ τι θέλω; Εσύ δεν με πήρες να ΄ρθω να σε πάρω; Από πού να ΄ρθω; Πήγα στο τέρμα Βούγλαρη και δεν είσαι εκεί. Πού είσαι; Πού να ΄ρθω.
-Έλα όπου θες...
-Ρε Κατερίνα, έλεος. Μην το κλείνεις. Πές μου πού να έρθω. Αν δεν θες, πες μου να γυρίσω σπίτι. Αλλά...
-Είμαι στην Καμάρα...
Στην άλλη άκρη της πόλης. Και πήγαινα. Και ούτε εκεί ήταν. Και ξανατηλεφωνούσα. Και την έβρισκα σε ένα ταξί. Και δίναμε νέο ραντεβού. Και πήγαινα κι εκεί. Και ούτε εκεί ήταν. Και ξανατηλεφωνούσα. Και την έβρισκα στα δυτικά. Και μετά στα ανατολικά. Και μετά στην Άνω Πόλη. Το παιχνίδι του θησαυρού στην καρναβαλική Πάτρα, δεν είχε τέτοιο σασπένς, όπως το κυνήγι της Κατερίνας.
Κατέληγα κατάκοπος, με το ηλιοχάραμα, σε κάποια γωνιά της Σαλονίκης, με την Κατερίνα σε αλκοολικό κώμα στο πίσω κάθισμα και τα μάτια μου γεμάτα δάκρυα, να αναρωτιέμαι ποιο είναι αυτό το κακό που έχω κάνει και τυρανιέμαι έτσι. Την Κατερίνα την έβρισκα (έστω και με τα χίλια ζόρια). Απάντηση στο παράπονό μου δεν βρήκα ποτέ.
Έτσι που λέτε. Αυτά φοβάμαι. Γι αυτό δέρνομαι με τις λέξεις, τέτοια ώρα, στα blog. Μήπως και ξορκίσω το κακό. Μήπως μετρήσουμε επτά μέρες στεγνοί.

4 σχόλια:

tzo είπε...

Ούπς! Αλήθεια τώρα;
Να σου πω δεν ξέρω τι συμβαίνει αλλά μήπως δεν θέλει αν την βρεις;
Στο λέω γιατί περνάω κάτι παρόμοιο και δεν θέλω να με βρουν!

diastimata είπε...

@ allitnil

Ας φύγει, λοιπόν! Ας πάρει τα πράγματά της, ένα πρωινό, που να ξέρει τι κάνει, ας ανοίξει την πόρτα κι ας χαθεί στον ορίζοντα. Ποιος την κρατάει; Αν αυτό θέλει, αυτό θέλω κι εγώ. Αν αυτό θα την κάνει ευτυχισμένη, αυτό θα κάνει κι εμένα ευτυχισμένο. Αλλά να μην με ξαναγκαλιάσει κλαίγοντας και ζητώντας βοήθεια.

Ανώνυμος είπε...

επειδή είσαι φίλος μου: Ή προσπάθησε - πάλι- να τη βοηθήσεις (γιατί είναι καλή, γλυκιά, έξυπνη, εξαιρετική μαγείρισσα κ.ο.κ) ή κάνε το επόμενο βήμα. Και χάσε επιτέλους τα κιλά γιατί άσχημος δεν είσαι. Αποφάσισε τι θα κάνεις και κάνε το. Οι δικαιολογίες είναι μικρές, και το ξέρεις. Και έχεις και μια κορούλα, που, αν και μακριά, θα σε χρειάζεται για πολλά χρόνια ακόμη.

Ανώνυμος είπε...

Ο-η november τα είπε όλα...
Διαπιστώνω ότι όλοι όσοι σε ξέρουμε σου λέμε πάνω κατω τα ίδια...