Ο Σαγιονάρας κι η Μιτσούκο εισέβαλαν στη ζωή μου μαζί με την Κατερίνα.
Ο Σαγιονάρας κι η Μιτσούκο, δυο Σιαμεζάκια, μεγάλωσαν μαζί της (είναι, πια, δέκα χρόνων εκείνη κι 9 αυτός).
Όποτε χάνει τον εαυτό της και βυθίζεται σε αλκοολικό κώμα, περνούν όλη τη νύχτα δίπλα της, μυρίζουν την ανάσα της, λες και την προσέχουν. Κι ενώ η Μιτσούκο δε μου έχει δείξει, ακόμη, έξι χρόνια μετά, κάποια ιδιαίτερη προσοχή, εκείνες τις δύσκολες ώρες, όταν σταματήσει το ροχαλητό της Κατερίνας, όταν η αναπνοή της γίνει ακανόνιστη, τρέχει και νιαουρίζει στο κρεβάτι μου.
Και το πρωί, λες και θέλουν να τη μαλώσουν, αλλά από αγάπη δεν το τολμούν, κάθονται κάτω από το κρεβάτι της, την κοιτούν στα μάτια κι ούτε νιαουρίζουν για φαγητό, όπως άλλες στιγμές.
Προχθές, Τετάρτη, ήταν δύσκολο βράδυ. Το ήξερα από το πρωί το τι θα γινόταν. Ένα πάρτι, στο οποίο θα πήγαινε η Κατερίνα, ήταν η αιτία.
"Θα σε πάρω, από εκεί, να σου πω τι γίνεται", μου είπε.
Φυσικά δε με πήρε. Ήταν να μιλήσουμε γύρω στις 11.30 με 12.00 για να μου πει αν θα έμενε ως τις 12.30 -άρα θα γυρνούσαμε, μαζί, στο σπίτι- ή αργότερα -άρα θα μπορούσα να επιστρέψω σπίτι και να κοιμηθώ. Όταν, στις 2.30 τα ξημερώματα, αποφάσισα να της τηλεφωνήσω, τη βρήκα σπίτι, να κοιμάται.
Με το που έφθασα στο σπίτι, είδα την εικόνα και τρελάθηκα. Τα δυο γατιά, πάνω της, να αφουγκράζονται την αναπνοή της! Τρεις φορές με ξύπνησαν, την πρώτη γρατζουνώντας την πόρτα, τη δεύτερη και την τρίτη νιαουρίζοντας. Και τις τρεις φορές ήρθε στο δωμάτιό μου το ένα και το άλλο καθόταν δίπλα της, ανήσυχο. Να της γλείφει το μάγουλο, λες και σκόπευε να τη συνεφέρει.
Το πρωί, την κοιτούσαν μεσ΄ στα μάτια. Η Κατερίνα δεν άντεξε το βλέμμα τους, έδωσε την υπόσχεση ότι δε θα ξανασυνέβαινε κάτι τέτοιο κι έφυγε. Δεν την πίστεψα.
Αύριο, Κυριακή, άλλο πάρτι. Άντε, καλό κουράγιο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου